«Προβλήματα γύρω από την δράση των αιρετικών (Ελευθερία και χρέος αυτοπεριφρουρήσεως)»
Κ' ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΣ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΙΣ ΕΝΤΕΤΑΛΜΕΝΩΝ
ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΚΑΙ ΙΕΡΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΝ
ΔΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΑΣ
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος πραγματοποιήθηκε, υπό την αιγίδα του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου και με την φιλοξενία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Χαλκίδος κ. Χρυσοστόμου, από 3 έως 6 Νοεμβρίου 2008, στο Ιερό Προσκύνημα του Αγίου Ιωάννου του Ρώσου, στο Νέο Προκόπι Ευβοίας, η «Κ΄ Πανορθόδοξη Συνδιάσκεψη Εντεταλμένων Ορθοδόξων Εκκλησιών και Ιερών Μητροπόλεων για θέματα αιρέσεων και παραθρησκείας», με θέμα:
«Προβλήματα γύρω από την δράση των αιρετικών (Ελευθερία και χρέος αυτοπεριφρουρήσεως)».
Την Ιερά Μητρόπολη Λέρου, Καλύμνου και Αστυπαλαίας εκπροσώπησε ο Αιδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Αμφιλόχιος Σακαλλέρος, εφημέριος του Ιερου Καθεδρικου Ναου Παναγίας Κεχαριτωμένης Χώρας.
Το συνέδριο διήρκεσε τέσσερις ημέρες και τα πορίσματά του είναι τα εξης:
ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ Κ' ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΕΩΣ
ΕΝΤΕΤΑΛΜΕΝΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ
ΚΑΙ ΙΕΡΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΝ
ΔΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΑΣ
Ἡ Συνδιάσκεψη, μὲ σεβασμὸ πρὸς τὴν θρησκευτικὴ ἐλευθερία καὶ ἀφοῦ μελέτησε τὰ προβλήματα ποὺ δημιουργοῦνται ἀπὸ τὴν δραστηριότητα τῶν νεοφανῶν αἱρέσεων κατέληξε στὰ ἀκόλουθα πορίσματα:
1. Ἡ διδασκαλία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας εἶναι ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς τὴν παρέδωκε καὶ ἡ Ἐκκλησία τὴν παρέλαβε. Ἡ παράδοσηδιδασκαλία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ΜΙΑ. Ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ΜΙΑ. Καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ΜΙΑ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α΄ Τιμ. 3, 15). Αὐτὴ εἶναι ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, δηλαδὴ ἡ Ἀνατολικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας αὐτοπεριφρουρεῖται μὲ τὴν ἀδιάσπαστη ἀποστολικὴ διαδοχὴ τῆς ἱερωσύνης καὶ τῆς πίστεως.
2. Ἡ ὅποια παραποίηση τῆς διδασκαλίας, ποὺ παρέδωκε ὁ Χριστός, δὲν εἶναι κάτι τὸ ἁπλό. Εἶναι μία σπορὰ κάποιου «ἄλλου» (τοῦ διαβόλου). Καὶ αὐτὴ ἡ ἀλλοίωση τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ συνιστᾷ τὴν αἵρεση καὶ δημιουργεῖ στοὺς ὀπαδοὺς της τὴν ἀνάγκη γιὰ σύσταση θεσμικῆς ὀργάνωσης γιὰ περιφρούρησή της. Τὴν ὀργάνωση αὐτὴ οἱ ὀπαδοὶ τῆς τὴν ὀνομάζουν «ἐκκλησία», ἐνῶ δὲν εἶναι.
3. Ἡ αἵρεση ἀποτελεῖ ἔκπτωση ἀπὸ τὴν Ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ καὶ εἶναι καρπὸς ἀνθρωποκεντρικῆς καὶ λογοκρατικὴς ἑρμηνείας τῆς θείας διδασκαλίας. Ἔτσι φτιάχνει μία νέα θρησκευτικὴ ὁμάδα, ἡ ὁποία δὲν ἀκολουθεῖ τὴν ἅπαξ παραδοθεῖσα πίστη.
4. Βασικὰ χαρακτηριστικὰ τῶν αἱρετικῶν ὁμάδων εἶναι ὅτι:
α) δὲν ἀποτελοῦν συνέχεια τῆς Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας,
β) μετατρέπουν τὴν πίστη σὲ ἰδεολόγημα, γ) σχετικοποιοῦν τὴν ἀλήθεια, δ) ἐμμένουν σὲ ὑποκειμενικὲς ἑρμηνεῖες,
ε) καλλιεργοῦν τὴν ψευδαίσθηση γιὰ τὴν ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας μόνο στοὺς κόλπους τῆς ὁμάδος καὶ στ) χρησιμοποιοῦν πρακτικὲς ποὺ καταλύουν τὴν ἀτομικὴ ἐλευθερία καὶ συντρίβουν τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο.
5. Ὁ προσηλυτισμός, ποὺ ἐπιδιώκεται μὲ μεθόδους πλύσης ἐγκεφάλου καὶ ἄλλες ἐπικίνδυνες μεθοδεύσεις ἀπὸ τὶς ποικιλώνυμες αἱρέσεις προκαλεῖ σειρὰ σοβαρῶν προβλημάτων σὲ ἐπίπεδο προσωπικό, οἰκογενειακὸ καὶ κοινωνικό.
6. Ἡ Ἐκκλησία μας βλέπει τὴν αἵρεση σὰν σοβαρὸ πνευματικὸ νόσημα, ποὺ γιὰ θεραπεία του ἀπαιτεῖ μία εἰδικὴ «ἰατρική» παρέμβαση καὶ ἀγωγή. Στὴν προσπάθειά της αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία κάνει διαχωρισμὸ ἀνάμεσα στὴν αἵρεση σὰν σύστημα ψευδοδιδασκαλιῶν, καὶ στὸν αἱρετικὸ σὰν ἄτομο ποὺ νοσεῖ πνευματικά, σὰν πρόβατο ἀπολωλός, ποὺ ἡ Ἐκκλησία τὸ ἀναζητεῖ μὲ ἀγάπη καὶ σεβασμὸ στὴν ἐλευθερία του.
7. Ἡ ἀγάπη αὐτὴ πηγάζει ἀπὸ τὴν σωτήρια βούληση τοῦ Θεοῦ Πατρὸς νὰ ἀποστείλει τὸν μονογενῆ του Υἱὸ στὸν κόσμο «ἵνα σωθῆ ὁ κόσμος δι’ Αὐτοῦ» (Ἰω. 3, 17). Ἐκφράζεται κατ’ ἐξοχὴν μὲ τὴν ζῶσα μαρτυρία τῆς Μιᾶς Ἀληθείας, ἡ ὁποία δὲν εἶναι οὔτε ἰδεολόγημα, οὔτε φιλοσοφικὸ σύστημα. Ταυτίζεται μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Κατὰ συνέπεια ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὴν σωτηρία.
8. Ἡ δογματικὴ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι ἕνα θεωρητικὸ σύστημα ἄσχετο μὲ τὴν ζωὴ τῶν πιστῶν, ἀλλὰ ἡ δύναμη ποὺ διέπει τὴν ἐν Χριστῷ ζωή.
9. Ἡ περιφρούρηση τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως ἀποτελεῖ καθῆκον τῶν ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας καί εἶναι ἐκδήλωση ἀγάπης καὶ ὄχι φανατισμοῦ.
10. Κατὰ τὴν θεραπευτικὴ φροντίδα τῶν ποιμένων γιὰ τὰ πλανηθέντα πρόβατα, οἱ ποιμένες ὀφείλουν νὰ παρακολουθοῦν καὶ νὰ ἐλέγχουν τὰ προσωπικὰ τους κίνητρα καὶ νὰ φέρονται σ’ αὐτοὺς μὲ ἀγάπη καὶ καλωσύνη. Χαρακτηριστικὰ ἐπισημαίνει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «οὐ γὰρ νικῆσαι ζητοῦμεν, ἀλλὰ προσλαβεῖν ἀδελφούς, ὧν τῷ χωρισμῷ σπαρασσόμεθα» (δὲν ἐπιδιώκομε νὰ νικήσουμε τοὺς ἄλλους σάν ἀντιπάλους μας, ἀλλὰ νὰ τοὺς κερδίσουμε σάν ἀδελφούς μας, γιατί γιὰ τὸν χωρισμὸ τους πονᾶμε βαθειά) (P.G. 36, 440Β).
11. Τὸ χρέος τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς αἱρετικοὺς ἀποκλείει καὶ καταδικάζει κάθε πολεμικὴ ἀντιπαράθεση. Καὶ ἐκφράζεται, πρὸς μὲν τοὺς δεχομένους τὸν διάλογο (καλοπροαίρετους θύματα), μὲ ἰδιαίτερη στοργή, πρὸς δὲ ἐκείνους ποὺ ἐμμένουν στὴν πλάνη (κακοπροαίρετους) μὲ σαφῆ ἀπόρριψη καὶ χωρὶς τὴν χρήση τῆς «οἰκονομίας». Τὸ μέτρο καὶ τὴν ποιότητα τῆς πνευματικῆς αὐτῆς διακονίας μας πρέπει νὰ τὴν προσδιορίζουν οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου: «γίνεσθε φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἳ περιστεραί» (Μάτθ. 10,16)
12. Ἰδανικὸ θεραπευτήριο τῶν θυμάτων τῆς πλάνης ἀποτελεῖ ἡ ζωντανὴ ἐνορία, ἐπειδή μέσα στὸν ζεστὸ καὶ φιλόξενο χῶρο της μπορεῖ, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀποκατασταθῆ ἡ ἐν ἀγάπῃ καὶ ἐλευθερίᾳ σχέση τους μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους.
13. Στὸ πλαίσιο τῆς θεραπευτικῆς φροντίδας τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν προστασία τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος ἀπὸ τὴν πλάνη καὶ τὴν αἵρεση ἐντάσσονται καὶ οἱ Πανορθόδοξες Συνδιασκέψεις γιὰ θέματα αἱρέσεων καὶ Παραθρησκείας, ποὺ συμπληρώνουν ἐφέτος εἴκοσι ἔτη. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀποτέλεσε ἀφορμὴ δοξολογίας τοῦ Κυρίου μας καὶ εὐγνώμονος μνημοσύνου τοῦ πρωτεργάτου καὶ ἐμπνευστοῦ αὐτοῦ τοῦ θεσμοῦ, ἀειμνήστου π. Ἀντωνίου Ἀλεβιζοπούλου.
Εκ της Ιερας Μητροπόλεως