«Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες» 

Η χάρις και το άπειρον έλεος του Αναστάντος Ιησού είη μετά πάντων ημών αδελφοί.

ΧΡΙΣΤΟΣ  ΑΝΕΣΤΗ !

Το μέγα της σωτηρίας και αναπλάσεως του κόσμου έργο, το μέγα της απολυτρώσεως και αθανασίας του ανθρώπου πρόβλημα, το μέγα της προαιωνίου βουλής μυστήριο, περί υιοθεσίας  και θεώσεως, έφερε σε πέρας και επισφράγισε η εκ νεκρών Ανάσταση του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.

Δια της Αναστάσεως του παθόντος, σταυρωθέντος, ταφέντος και αναστάντος Ιησού, τα πάντα ανακαινίστηκαν, ο ουρανός και η γή στερεώθηκαν, ο θάνατος καταργήθηκε, η ζωή, η ειρήνη, η χαρά και η αθανασία ανέβλυσαν στο κόσμο.

Την Ανάσταση του Σωτήρος προεκήρυξαν απ’ αιώνος πάντες οι Προφήτες, την είχε δε προείπει και αυτός ο Κύριος, πολλάκις πρό του πάθους και του θανάτου του, «εδίδασκε γάρ τους μαθητάς αυτού και έλεγεν αυτοίς, ότι ο Υιός του ανθρώπου παραδίδοται εις χείρας ανθρώπων και αποκτενούσιν αυτόν και αποκτανθείς, τη τρίτη ημέρα αναστήσεται».

Την Ανάσταση του Χριστού και την ψηλάφηση αυτού από τους μαθητές, ιστορεί η σημερινή  ευαγγελική περικοπή «Μακάριοι, λέγει ο Κύριος, οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες».

Ο προφητικός λόγος είναι βεβαιότερος της οράσεως, και μακαρίζονται εκείνοι οι άνθρωποι πού πιστεύουν στο λόγο του Θεού, παρά στις ιδίες αυτών αισθήσεις. Εμείς σήμερα έχουμε, όχι μόνον τον προφητικό λόγο, αλλά και τις μαρτυρίες αξιόπιστων κατά πάντα μαρτύρων των Θεοκηρύκων Αποστόλων.

Ο Κύριος μετά την αγία αυτού Ανάσταση, καθώς προείπε, την τρίτη ημέρα από της ταφής  του, ήτοι την Κυριακή, φανερώθηκε πρώτα στην αγιωτάτη Μητέρα του, πού ήταν καταβεβλημένη από την λύπη της δια τον μαρτυρικό θάνατο του υιού της, της έδωκε δε την χαρμόσυνο της αναστάσεώς του αγγελία, και έπειτα φανερώθηκε προς τις μυροφόρες περί την Θεοτόκο γυναίκες και είπε σ’ αυτές το «χαίρετε».

Μετά φανερώθηκε στον Πέτρο, ο οποίος άκουσε την αγγελία από τις μυροφόρες γυναίκες και πηγαίνοντας προς το μνημείο «ίνα αλήψωσει με μύρα τον Ιησούν τούτο με και ώφθη Σίμωνι».

Έπειτα φανερώθηκε σε δύο εκ των μαθητών, τον Λουκά και τον Κλεώπα, πού βάδιζαν προς Εμμαούς. Τέλος δε περί το εσπέρας  της Κυριακής, «και των θυρών κεκλεισμένων δια τον φόβο των Ιουδαίων, όπου ήσαν οι μαθητές συνηγμένοι, ήλθε ο Ιησούς και έστη εις το μέσον και λέγει αυτοίς ειρήνη υμίν».

Και αφού ο Κύριος είπεν σ’ αυτούς για το πάθος του «εχάρησαν ουν οι μαθητές ιδόντες τον Κύριον». Ο Θωμάς δεν ήταν το εσπέρας εκείνο μετά των λοιπών μαθητών, κατά θεία  οικονομία, κι έτσι δεν πείστηκε από όσα του είπαν οι άλλοι μαθητές, ότι είδαν τον Κύριο.

Ο Ιησούς όμως μετά οκτώ ημέρες, στον ίδιο οίκο, κεκλεισμένων των θυρών, φανερώθηκε πάλιν ενώπιον των μαθητών, παρόντος και του άπιστου Θωμά, τον οποίον και προσκαλεί να τον ψηλαφήσει, αφού του είπε, «φέρε, ώ Θωμά, τον δάκτυλόν σου ώδε, και ίδε τάς χείρας μου και φέρε την χείραν σου και βάλε εις την πλευράν μου, και μη γίνου άπιστος αλλά πιστός». Και αφού ο Θωμάς ψηλάφησε τον Κύριο, και πείστηκε περί της παρουσίας του είπεν «ο Κύριος μου και ο Θεός μου».

Αγαπητοί μου αδελφοί,

Η όραση του ανθρώπου είναι διπλή, ψυχική και σωματική, και από τις δύο αυτές οράσεις λαμβάνει η ψυχή γνώσεις και ιδέες πολλές και ποικίλες, όμως γνώσεις πού προσλαμβάνονται από τους οφθαλμούς της ψυχής είναι όλως διάφορες και πολύ υπέρτερες, από τις γνώσεις πού  λαμβάνονται από τους εξωτερικούς οφθαλμούς.

Η σωματική όραση είναι στενή και περιορισμένη, και είναι ιδιαιτέρως αδύνατο να αντιληφθεί ο άνθρωπος της κάθε εποχής και όλως ιδιαιτέρως αυτής της αλλοπρόσαλλης εποχής των ποικίλων και πολλαπλών προβλημάτων, πού δυστυχώς απασχολούν ολόκληρο την ανθρωπότητα.

Η ψυχική και λογική όραση είναι ευρεία και απεριόριστος, επεκτείνεται σε πάντα τόπο και χρόνο και θεωρεί τα μαρτυρούμενα υπό της ιστορίας, ως γενόμενα σύμφωνα προς τον λόγο και την δικαιοσύνη του Θεού των Φώτων.

«Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». ΑΜΗΝ

+ Ο Μητροπολίτης Λέρου-Καλύμνου-Αστυπαλαίας Παΐσιος