Με καλό καιρό και άριστη οργάνωση γιορτάστηκε η εθνική επέτειος της 25ης Μαρτίου του 1821 στην Κάλυμνο.
Εντυπωσιακή η παρέλαση που πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα 25 Μαρτίου 2024 το πρωί, στην Κάλυμνο, στα πλαίσια του εορτασμού της 203ης Εθνικής Επετείου της 25ης Μαρτίου 1821. Της παρέλασης προηγήθηκε η επίσημη δοξολογία στο Μητροπολιτικό Ναό του Σωτήρος Χριστού, υπό σύμπαντος του Ιερού Κλήρου της νήσου, και παρουσία των τοπικών Αρχών.
Μετά τη δοξολογία ακολούθησε επιμνημόσυνη δέηση και κατάθεση στεφάνων στο Ηρώον, ενώ εκφωνήθηκε και ο πανηγυρικός από την Καλλιόπη Λυσγάρη -Ελκολί.
Αρκετός ο κόσμος που κατέκλυσε την παραλιακή προκειμένου να χειροκροτήσει τους συμμετέχοντες στην παρέλαση υπό τους ήχους της Δημοτικής Φιλαρμονικής Καλύμνου, τα ΑμεΑ,τα αθλητικά σωματεία του νησιού, τη μαθητιώσα νεολαία, τους προσκόπους, το Λύκειο Ελληνίδων, την ΑΕΝ Καλύμνου και φυσικά τα στρατιωτικά τμήματα και τους Εθνοφύλακες που στο πέρασμα τους σκόρπισαν ρίγη συγκίνησης
Στο χώρο της παρέλασης επικράτησε υποδειγματική και απόλυτος τάξη και αξίζουν των συγχαρητηρίων τα στελέχη του Λιμεναρχείου που είχαν την ευθύνη
Τελετάρχης ο Βασίλης Διακομιχάλης με βοηθό τη Βασιλεία Γκουλη, υπάλληλο του Επαρχείου.
ΣΤΙΓΜΙΟΤΥΠΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΕΛΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΑΛΥΜΝΟ:
ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΣΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ
Το απόγευμα της Δευτέρας 25-3-2024 το Αναγνωστήριο Καλύμνου «ΑΙ ΜΟΥΣΑΙ», διοργάνωσε σχετική εκδήλωση αφιερωμένη στην Επέτειο της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας.
Ακολουθεί η ομιλία:
Η Υπεραγία Θεοτόκος στην Επανάσταση του 1821
ΚΑΛΥΜΝΟΣ 25 ΜΑΡΤΙΟΥ 2024
Αιδεσιμολογιώτατε, κ. Δήμαρχε, κ. Διοικητή του 5/42 Σ.Ε., κ. Έπαρχε, κ. πρόεδρε του Δημοτικού Συμβουλίου, κ.κ. Αντιδήμαρχοι κ. κ. περιφερειακοί και δημοτικοί σύμβουλοι, κ. πρώην βουλευτά, κ. Διοικητή του Βουβάλειου Γενικού Νοσοκομείου, κ. πρώην έπαρχε, κ.κ. επίτιμοι πρόεδροι του Αναγνωστηρίου, αγαπητά μέλη, κυρίες και κύριοι.
Το Ελληνικό Έθνος γιορτάζει σήμερα με ιδιαίτερη συγκίνηση, την επέτειο της έναρξης του Αγώνα για την Ελευθερία της Πατρίδας. Η επανάσταση του ’21 αποτελεί μέγιστο γεγονός γιατί από την άβυσσο μίας πολυαίωνης δουλείας, ανέβασε ξανά την Ελλάδα επάνω στην σκηνή της Ιστορίας και χάρισε στον λαό της την εθνική του οντότητα. Οι Έλληνες, ένας μικρός λαός, ο οποίος βρισκόταν για τέσσερις αιώνες στη σκλαβιά, καταφέρνει να διατηρήσει την εθνική του συνείδηση, τη θρησκεία, τη γλώσσα του, να μη χαθεί από προσώπου γης.
Η εθνική μας σωτηρία, όμως, δεν συνέβη αυτόματα. Οικοδομήθηκε με πνεύμα και αίμα και στηρίχθηκε σε διαιώνια κατεργασία και προετοιμασία των συνειδήσεων. Συνειδήσεις, τις οποίες σφυρηλάτησαν αθόρυβα, πριν τον ένοπλο αγώνα, με την ειρηνική και φωτισμένη πνευματική τους επανάσταση οι Διδάσκαλοι του Γένους και η θρησκεία, η οποία υπήρξε κιβωτός σωτηρίας. Οι Διδάσκαλοι του Γένους συνέδεσαν στις ψυχές των σκλαβωμένων Ελλήνων το παρόν με το ιστορικό τους παρελθόν, βύθισαν και αναβάπτισαν τη μνήμη τους μέσα στην κολυμβήθρα του λαμπρού παρελθόντος. Έτσι έμαθαν οι σκλάβοι τίνος απόγονοι είναι. Η Εκκλησία με ιερείς και μοναστήρια, τα οποία γίνονταν κέντρα παιδείας και προπύργια εθνισμού, μεταλάβαιναν τους σκλαβωμένους με τα προγονικά νάματα της ελληνικής μας παράδοσης και γλώσσας και σμίλευαν στις ψυχές το άγαλμα της ποθητής ελευθερίας.
Η βρεφοκρατούσα Παναγιά ήταν «πάντων των χριστιανών το καταφύγιο» και κάτω από το παρήγορο βλέμμα της, όλο το Γένος γονάτιζε ενωμένο για να ανάψει το καντήλι της ελπίδας για μία εθνική αναγέννηση. Τα απομνημονεύματα των ηρώων του ΄21, οι ιστορικές αφηγήσεις, οι περιγραφές των περιηγητών αλλά και τα δημοτικά μας τραγούδια είναι κατάμεστα από την έντονη παρουσία της Παναγίας και την καταφυγή του λαού μας σε εκείνη. Στις γιορτές της Παναγίας συγκεντρώνονταν σε ξωκλήσια και μοναστήρια ψέλνοντας τον Ακάθιστο Ύμνο, «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ», τονώνοντας το ηθικό τους.
Μάλιστα εκείνα τα «Χαίρε» που άκουγε ο λαός στους Χαιρετισμούς της, τροφοδοτούσαν την ψυχή του, όπως το «Χαίρε ως βροντή τους εχθρούς καταπλήτουσα» της Δ’ στάσης των Χαιρετισμών για παράδειγμα, που το εκλάμβανε ότι ήταν όχι μόνο για τους εχθρούς της ψυχής αλλά και για τους εχθρούς της Πατρίδας.
Δεν είναι τυχαίο που το «χαίρε ω χαίρε λευτεριά» του εθνικού μας ποιητή, έγινε ένα με το «χαίρε της Παρθένου» εκείνο που ο Αρχάγγελος Γαβριήλ με τόση μεγαλοπρέπεια της απηύθυνε. Γι’ αυτό και η επανάσταση ξεκίνησε την ημέρα του Ευαγγελισμού της.
Γιορτάζουμε σήμερα και τα δύο «χαίρε». Ο Κωστής Παλαμάς, έτερο εθνικό μας ανάστημα, απέδωσε αριστοτεχνικά το νόημα αυτής της ημέρας σε τέσσερις μόλις στίχους, όπου συγκεντρώνεται όλη η ιστορία μας ως Χριστιανοί Ορθόδοξοι και ως Έλληνες:
«Σβήνουν δυο νύχτες, και δυο αυγές προβάλλουν στον αγέρα.
Δυο λευτεριές που σμίγουνε μέσα στην ίδια μέρα.
Δυο λευτεριές ματόβρεχτες, παιδιά μεγάλου κόπου,
η λευτεριά του Έλληνα κι η λευτεριά του ανθρώπου».
Είναι αλήθεια ότι σε όλη την περίοδο της σκλαβιάς ο λαός μας ακουμπούσε στην Παναγία. Μοιραζόταν μαζί της τη θλίψη, την ελπίδα του και το πόθο του για τη λύτρωση, αλλά και την ευχαριστούσε ποικιλοτρόπως για τις νίκες που του έδινε.
Αυτό το βλέπουμε ολοκάθαρα στα δημοτικά μας τραγούδια. Από εκείνο για «Το πάρσιμο της Πόλης» με τους γνωστούς στίχους: «Σαν τ’ άκουσεν η Δέσποινα, δακρύζουν οι εικόνες. Σώπασε Κύρα Δέσποινα, μην κλαίγεις, μην δακρύζεις, πάλε με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά μας θα’ ναι» ή «Το καράβι» και τους επίσης γνωστούς στίχους: «Στην πρύμνη βάνουν το Σταυρό, στην πλώρη το Βαγγέλιο, την Παναγιά την Δέσποινα στο μεσιανό κατάρτι».
Αλλά ας δούμε συγκεκριμένα παραδείγματα.
Ο εθνικός μας ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει: «Πάσα διάνοια των πιστών παρέμενε εστραμμένη προς την Υπέρμαχον της Ορθοδοξίας Στρατηγόν».
Οι ξένοι περιηγητές έκθαμβοι μιλάνε για τα σπίτια των Ελλήνων, ότι τα έβλεπαν όλα τους να έχουν πάντοτε αναμμένο το καντήλι στην εικόνα της Παναγίας και ας μην είχαν ούτε ψωμί να φάνε. Όπως και το ότι έβλεπαν τις Ελληνίδες να βρίσκονται γονατιστές στις εκκλησίες μπροστά στις εικόνες της.
Λόγιοι της εποχής, όπως ο Ηλίας Μηνιάτης και ο Νικηφόρος Θεοτόκης, κάνουν ιδιαίτερες επικλήσεις στην Παναγία εμπνέοντας τον λαό, προκειμένου να ακούσει τις προσευχές των Ελλήνων και να τους δώσει την ελευθερία τους.
Ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός πάντοτε μιλούσε στους υπόδουλους Έλληνες με δέος για την Παναγία και τους προέτρεπε να καταφεύγουν με πίστη σ’ αυτήν και στην προστασία της.
Η Φιλική Εταιρεία από τον Οκτώβριο του 1820 είχε ορίσει ότι η εξέγερση στην Πελοπόννησο, στη Ρούμελη και σε άλλα μέρη του Ελληνισμού θα αρχίσει την ημέρα του Ευαγγελισμού για να συνδεθεί η Παναγία με την Ελευθερία. Μας το λέει και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: Από το 1820 γνώριζαν ότι στις 25 του Μάρτη θα γίνει ο ξεσηκωμός.
Τον Απρίλιο του 1821 η Ιερά Μονή της Παναγίας Δαμάστας έδωσε υποστήριξη στον Αθανάσιο Διάκο και στον Πανουργιά. Ο Ηγούμενος της Μονής Νεόφυτος εφονεύθη στη μάχη της Αλαμάνας. Ο οπλαρχηγός Δυοβουνιώτης έδειξε την ευγνωμοσύνη των Ελλήνων δίνοντας χρήματα για την αγιογράφηση του Ναού της Μονής, σύμφωνα με την επιγραφή που σώζεται στην είσοδο του καθολικού.
Το ξημέρωμα της Κυριακής των Βαΐων, 3 Απριλίου 1821, μετά την πανωλεθρία στην Καρύταινα, διεξάγεται το δραματικό πολεμικό συμβούλιο στο Χρυσοβίτσι, όπου ο Κολοκοτρώνης παρουσιάζει στους υπόλοιπους καπεταναίους το σχέδιό του να πολιορκήσουν την Τριπολιτσά. Οι καπεταναίοι αντιδρούν στο σχέδιο του Γέρου και τον εγκαταλείπουν. Ο Κολοκοτρώνης περπατά πεζός, κρατώντας το άλογο του από τα γκέμια και ξεσπά σε λυγμούς. Τότε μπήκε στην εκκλησία του χωριού, την Παναγιά στο Χρυσοβίτσι, έκανε το σταυρό του, γονάτισε μπροστά στην εικόνα της και την παρακάλεσε δακρυσμένος: «Παναγιά μου, βόηθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν».
Μέσα στο υποσυνείδητό του όμως, ονειρεύεται την ίδια γυναίκα που είδε στην εικόνα της Παναγίας, να τον σηκώνει απαλά από το χέρι και να του υπόσχεται τη νίκη. Το άλογό του χλιμιντρίζει όρθιο στον περίβολο της εκκλησίας και ο Κολοκοτρώνης τινάζεται κεραυνοβολημένος. Κοιτάζει έκπληκτος την εικόνα της Παναγίας. Έχει την απόλυτη πεποίθηση ότι του εμφανίστηκε η ίδια η Παναγία και του υποσχέθηκε τη νίκη.
Ζώνεται τα άρματά του και βγαίνει από την εκκλησία. Δεν έχει καμία σχέση ο τσακισμένος άνθρωπος που μπήκε στην εκκλησία με τον χαλυβδωμένο ηγέτη που βγήκε από αυτήν. Από εκείνη τη στιγμή, ο Κολοκοτρώνης έλεγε την πασίγνωστη φράση του: «Ο Θεός υπέγραψε την ελευθερία της Ελλάδας και δεν παίρνει πίσω την υπογραφή του».
Ακολουθούν 25 μέρες με καταιγιστικά γεγονότα, με συγκροτήσεις στρατοπέδων, μάχες, καταστροφές, νίκες, πολεμικά συμβούλια, διαφωνίες και κινδύνους. Ώσπου, στις 28 Απριλίου 1821, οι οπλαρχηγοί και πρόκριτοι της Επαρχίας Καρύταινας θα επιστρέψουν και πάλι στο Χρυσοβίτσι, για να εγκρίνουν το σχέδιο του Κολοκοτρώνη για την πολιορκία της Τριπολιτσάς, ανακηρύσσοντάς τον Αρχιστράτηγο της Καρύταινας, μέσα στην ίδια εκκλησία της Παναγίας στο Χρυσοβίτσι.
Ο ατρόμητος πυρπολητής Κωνσταντίνος Κανάρης, αφού πρώτα προσευχήθηκε στην Παναγία και κοινώνησε, πυρπόλησε την τουρκική ναυαρχίδα στο λιμάνι της Χίου τον Ιούνιο του 1822. Όταν επέστρεψε θριαμβευτής στα Ψαρά, μέσα από μία μεθυστική ατμόσφαιρα η πομπή μαζί με ιερείς και εξαπτέρυγα κατευθύνθηκε προς τον ναό του Αγίου Νικολάου. Ο Κανάρης, που δεν πατούσε εδώ και ώρα επί γης, κατεβαίνει από τους ώμους του πλήθους και μπαίνει μόνος του μες τον ναό. Το δάφνινο στεφάνι, που νωρίτερα του απένειμε η Δημογεροντία για το κατόρθωμά του, το καταθέτει μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, λέγοντας «Δικό σου είναι Παναγία μου».
Αναφέρεται, δε, χαρακτηριστικά ότι ο Καπετάνιος Πυρπολητής προσκυνάει την Αειπάρθενο «με το μέτωπο κατά γης».
Για το γεγονός αυτό ο ποιητής Γ. Δροσίνης έγραψε: «Το χέρι που άτρεμο έσπειρε τον θάνατο με το δαυλό – το φοβερό το χέρι – τώρα ταπεινωμένο και τρεμάμενο στην Παναγιά ανάβει έν’ αγιοκέρι».
Ο γενναίος οπλαρχηγός της Ρούμελης, Γεώργιος Καραϊσκάκης, γονατιστός μπροστά στην εικόνα της Παναγιάς της Προυσιώτισσας, κι ενώ ήταν βαριά άρρωστος από φυματίωση, την παρακάλεσε θερμά με αυτά τα λόγια: «Παναγιά μου, κάνε με καλά να πολεμήσω για την ελευθερία της Πατρίδας μου κι εγώ θα σ’ ασημώσω». Κι εκείνη τον άκουσε σε όλα. Γι’ αυτό της δώρισε το αργυρόχρυσο κάλυμμα της εικόνας της (πουκάμισο) που σώζεται μέχρι σήμερα και γράφει πάνω δεξιά της, τα εξής: «Η Παντάνασσα. Δι’ εξόδων του γενναιοτάτου στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη, χείρι Γεωργίου Καρανίκα, 1824». Επιπλέον, της αφιέρωσε και τρία παράσημά του (ασημένια αστέρια), γιατί θεώρησε ότι σ’ εκείνη ανήκουν που κατατρόπωσε τους εχθρούς στις μάχες.
Η ιδιαίτερη φυσιογνωμία του Στρατηγού με την ευρηματική, χιουμοριστική και πληθωρική του γλώσσα εκφράζεται κι απέναντι στην Παναγία με το δικό του τρόπο, αποκαλώντας την «Μαυρομάτα» και τα τάματά της «μπιχλιμπίδια».
Τα Μοναστήρια της Παναγίας ανά την Ελλάδα ήταν σαφώς το μέγα καταφύγιο των αγωνιστών και των οπλαρχηγών του ’21. Για παράδειγμα η Ιερά Μόνη της Παναγίας της Προυσιώτισσας στο Καρπενήσι ήταν καταφύγιο όχι μόνο του Καραϊσκάκη αλλά και του Λάμπρου Κατσώνη και του Μάρκου Μπότσαρη και όχι μόνο…
Στην Ιερά Μονή της Παναγίας Δοβρά, κοντά στη Βέροια, έκαναν το 1822 τις συσκέψεις τους οι αρχηγοί των Ελλήνων Μακεδόνων. Ο Καρατάσος, ο Γάτσος, ο Ζαφειράκης και άλλοι. Εκεί έδωσαν τις πρώτες μάχες, γι’ αυτό οι Τούρκοι κατέστρεψαν το μοναστήρι και κρέμασαν στην πλατεία της Βέροιας τον Ηγούμενο Γεράσιμο.
Στην κορύφωση του αγώνα για την απελευθέρωση του Έθνους, στις 30 Ιανουαρίου 1823, μετά από όραμα της Παναγίας στη μοναχή Πελαγία, βρέθηκε στην Τήνο η εικόνα του Ευαγγελισμού, η γνωστή μας Παναγιά της Τήνου, η Μεγαλόχαρη. Το γεγονός πραγματικά μεγαλειώδες και όντως θαυμαστό – απόδειξη της παρουσίας και της ευλογίας της - θεωρήθηκε ως ένας καλός οιωνός για την έκβαση της επανάστασης και ο Κολοκοτρώνης μαζί με τους Ανδρέα Μιαούλη, Νικηταρά τον Τουρκοφάγο και Ιωάννη Μακρυγιάννη έσπευσαν στο νησί για να την προσκυνήσουν. Μάλιστα, μετά την απελευθέρωση ο Κολοκοτρώνης αφιέρωσε το δακτυλίδι του στην θαυματουργική Εικόνα.
Ο θεοσεβούμενος στρατηγός Μακρυγιάννης δε φείδεται αναφορών στη Μεγαλόχαρη στα Απομνημονεύματά του. Οι δε προσευχές του προς την Παναγία είναι συγκινητικότατες και γεμάτες κατάνυξη.
Στις 25 Μαρτίου 1826, στο νησάκι της λιμνοθάλασσας, την Κλείσοβα, ένα εχθρικό βόλι σπάζει στα δυο το σπαθί του Κίτσου Τζαβέλα, χωρίς να αγγίξει τον πολέμαρχο. Όλοι είπαν πως ήταν θαύμα της Παναγίας και ο Τζαβέλας αφήνοντας για μια στιγμή τη μάχη, πηγαίνει στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας. Προσκυνά την εικόνα της Ευαγγελίστριας και της αφιερώνει τα κομμάτια από το γιαταγάνι του, λέγοντας: «Παναγιά μου, σήμερα όπου σε γιορτάζουμε, σου αφιερώνω τούτο και βόηθα τα παλικάρια να νικήσουν τον εχθρό». Και η Παναγία έστερξε στην παράκληση του καπετάνιου και του χάρισε μια δοξασμένη νίκη. Η εκκλησία δίπλα στο πεδίο της μάχης ήταν ανοιχτή και η Θεομάνα μας ευλογούσε τα όπλα τα ιερά…
Κλείνοντας δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στην εμβληματική φυσιογνωμία του Ιωάννη Καποδίστρια. Την εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας είχε πάντα δίπλα του και στη Ρωσία και στη Γενεύη και στην Ελλάδα, όταν ήρθε το 1828 ως πρώτος Κυβερνήτης. Στο πίσω μέρος της εικόνας υπάρχει ιδιόχειρο ικετευτικό επίγραμμα του Ιωάννη Καποδίστρια με το οποίο απευθυνόταν προσευχόμενος στην Παναγία:
«Γλυκοφιλούσα Μαριάμ τον Υιόν σου αίτησαι υπέρ εμού του δούλου σου Ιωάννου, βραβεύσαι, μετά σοφίας κυβερνάν τον ευσεβή λαόν σου και βασιλείας με Αυτού τυχείν δι’ έλεός Του. 1829»
Επίσης, πρέπει να αναφέρουμε ότι ο Καποδίστριας, τον Μάιο του 1803 στην Κέρκυρα, σώθηκε από βέβαιο θάνατο με τη θαυματουργική παρέμβαση των Αγίων Μαρτύρων Τιμοθέου και Μαύρας και τη συνδρομή του ιερομόναχου Μάσελλου της Μονής Πλατυτέρας. Η αγάπη και η ευγνωμοσύνη του προς τους δύο Αγίους ήταν τόσο μεγάλη, ώστε εξέφρασε την επιθυμία να ταφεί στην Μονή Πλατυτέρας και όντως ετάφη στον νάρθηκα μαζί με άλλους συγγενείς του.
Επιπλέον, το κάλυμμα και το περίβλημα της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας Πλατυτέρας του ναού είναι δωρεά, από τη Ρωσία, του Ιωάννη Καποδίστρια.
Αμέτρητες είναι οι αναφορές του ονόματος της Υπεραγίας Θεοτόκου στην δεκάχρονη πορεία του αγώνα μέχρι την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Δεν μπορούμε όμως να αναφέρουμε τα πάντα σ’ ένα περιορισμένο κείμενο. Ωστόσο, το συμπέρασμα για εμάς είναι ξεκάθαρο. Κανένας δεν έφυγε από την Παναγία μας με αδειανά τα χέρια. Εκείνη ως μάνα αλλά και ως Υπέρμαχος Στρατηγός οικονομεί όλα και όλους, όπως και τους αγωνιστές του ΄21. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν που έδωσαν ό, τι καλύτερο για την ελευθερία μας και αν κάποιος στα πλαίσια της ανεξιθρησκείας δεν αποδέχεται την Παναγία, τότε ηθικά οφείλει να σεβαστεί τουλάχιστον την Παναγία των Ηρώων.
Το ίδιο συνεχίζει, η Παναγία μας, να κάνει στις μέρες μας, εξακολουθεί να ακούει και να προστρέχει στις παρακλήσεις μας για την πατρίδα, την οικογένειά μας αλλά και τα προσωπικά μας θέματα. Δέχεται δε πάντα τις ικεσίες μας και τα τάματά μας, έστω κι αν είναι ένα «Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε» από την καρδιά μας…
Πηγές
Χρονόπουλος Γιάννης, Η Παναγία στην Νεοελληνική παράδοση: 1821, Ανακτήθηκε από https://www.historical-quest.com/arxeio/sygxroni-istoria/351-h-panagia-sti-neoelliniki-paradosi-1821.html
Χολέβας Κωνσταντίνος, Η Παναγία και οι Έλληνες του 1821, Ανακτήθηκε από https://www.historical-quest.com/arxeio/sygxroni-istoria/351-h-panagia-sti-neoelliniki-paradosi-1821.html
Παπαδημητρακόπουλος Κ.Γ., Η Παναγία στην επανάσταση του 1821, Ανακτήθηκε από https://orthodoxostypos.gr/%E1%BC%A1-%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%B3%CE%AF%CE%B1-%CF%83%CF%84%E1%BD%B4%CE%BD-%E1%BC%90%CF%80%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%E1%BF%A6-1821/
Η Παναγία της Ελλάδας! Εκεί που οι ήρωες έσκυψαν το κεφάλι!, Ενωμένη Ρωμιοσύνη, Ανακτήθηκε από https://enromiosini.gr/arthrografia/i-panagia-tis-elladas/
Κωστάρα Γρ., Το Εικοσιένα και η Σύγχρονη Νεοελληνική ζωή, Περιοδικό Ναυτική Ελλάς, τεύχος 1072.
Σεβ. Μητροπολίτη Μάνης Χρυσοστόμου Γ’ , Ο Σταυρός και η Παναγία κατά την Ελληνική επανάσταση.
Επιμέλεια: Γεώργιος Ι. Χρυσούλης, Γραμματεύς Ιεράς Μητροπόλεως
Πηγές: «Κάλυμνος news», «Αλήθεια-FM» - Νικόλαος Μαμάκας