«Δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων» 

Αγαπητοί μου αδελφοί,

Σε γνώριμο και γοητευτικό τοπίο μας μεταφέρει στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα ο Ευαγγελιστής Ματθαίος: Θάλασσα, βάρκες, δίκτυα, ψαράδες, συνθέτουν το ωραίο μωσαϊκό στο οποίο θα κινηθεί ο Μέγας Ψαράς της Τιβεριάδος.

«Τιβεριάδος θάλασσα, σύν παισί Ζεβεδαίου, Ναθαναήλ τώ Πέτρω τε, σύν δυσίν άλλοις πάλαι, καί θωμάν είχε πρός άγραν, οί Χριστού τή προστάξει, εν δεξιοίς χαλάσαντες, πλήθος είλκον ιχθύων, όν Πέτρος γνούς, πρός αυτόν ενήχετο, οίς τό τρίτον φανείς καί άρτον έδειξε, καί ιχθύν επ' ανθράκων».

Στο παραθαλάσσιο αυτό τοπίο καταγράφηκαν τα πρώτα κεφάλαια της παγκοσμίου ιστορίας. Σε αυτό το εξαίρετο τοπίο έγινε η μεγάλη κλίση όλων των εποχών. Εδώ ο Κύριος καλεί και προσκαλεί στο θεάρεστο έργο Του, στο έργο της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους, τους στενούς Μαθητές Του, οι οποίοι μετά τρία έτη θα έτρεχαν να μεταλαμπαδεύσουν ανά τον κόσμο την νέα Θρησκεία της χάριτος και της αληθείας.

Ο Μέγας Ψαράς των ανθρωπίνων ψυχών απευθύνει μία πρόσκληση, «ακολουθήστε με», τους λέγει, «και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων». Πρόσκληση από υψηλό πρόσωπο και πράγματι υψηλή. Όμως ανάλογη, αυθόρμητη και ειλικρινής ήταν και η απάντηση των τεσσάρων πρώτων μαθητών, των αδελφών Πέτρου και Ανδρέα, Ιακώβου και Ιωάννου, όπου χωρίς δισταγμούς και χωρίς όρους, «ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ».

Βέβαια, δεν είναι η πρώτη φορά που συναντά ο Κύριος τους Αποστόλους. Δύο εξʼ αυτών είχαν χρηματίσει μαθητές του Ιωάννου του Προδρόμου και άκουσαν απʼ αυτόν και είδαν να δακτυλοδεικνύει τον Κύριο και να λέγει: «Ίδε ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», και αυτοί ήταν ο Ανδρέας και ο Πέτρος.

Στο έργο αυτό που τους καλούσε ο Κύριος, είχε πολλές ομοιότητες με το παλαιό έργο τους, αλλά όμως το νέο αυτό έργο ήταν ασυγκρίτως ανώτερο, υψηλότερο και πνευματικώτερο. «Ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων».

Τώρα πλέον δεν θα σαγηνεύουν ψάρια στην θάλασσα της Τηβεριάδος και θα τα θανατώνουν, αλλά από του «νυν» θα σαγηνεύουν ανθρώπινες ψυχές. Και όπως λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος «θα σαγηνεύουν ανθρώπους, που θα τους οδηγούν στην αιώνια ζωή και βασιλεία».

Μεγάλη βέβαια η τιμή και μεγάλο το έργο στο οποίο καλεί ο Κύριος τους απλοϊκούς ψαράδες της Γαλιλαίας, αλλά μέγιστη η κλίση και μέγιστο το έργο πού καλούνται να αναλάβουν οι απλοί αυτοί νέοι άνθρωποι, και μεγίστη η προθυμία τους.

«Οι δε ευθέως αφέντες και πλοία και δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ».

Οι ψαράδες της Γαλιλαίας εγκαταλείπουν το επάγγελμά τους, με το οποίο ήταν στενά δεμένοι, εγκαταλείπουν τα καΐκια  τους, τα δίκτυα τους, τα σπίτια τους, τα ήρεμα νερά της λίμνης, την πατρίδα τους, και ακολουθούν Εκείνον που έκλινε ουρανούς δια την του κόσμου σωτηρία.

Θα έλεγε κανείς σήμερα, σε αυτή την εποχή της στείρας άρνησης που ζούμε, τί κάνουν; Που πάνε οι άνθρωποι αυτοί; Τι προσμένουν και εγκαταλείπουν τα πάντα και πηγαίνουν στο άγνωστο ακούγοντας έναν άνθρωπο να τους λέγει: «δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων;».

Την πρόσκληση αυτή διαχρονικά την κάνει και σε εμάς ο Κύριος και εμάς καλεί και προσκαλεί να γίνουμε μαθητές Του, να ακούσουμε τους λόγους Του και να τον ακολουθήσουμε ως πιστά μέλη της Εκκλησίας Του. Βεβαίως, ο Κύριος δεν καλεί όλους τους ανθρώπους να γίνουν απόστολοι, ούτε από όλους τους ανθρώπους ο Κύριος ζητά θυσίες που ζητούσε από τους Αποστόλους και Μαθητές Του.

Ο άνθρωπος, όμως, δεν μπορεί να είναι προσκολλημένος, όπως το στρείδι, σε κάθε τι που τον εμποδίζει να δεχθεί την πρόκληση, να δεχθεί το φώς, να δεχθεί την αλήθεια, να δεχθεί την ζωή την αιώνιο.

Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι τα του κόσμου τούτου πράγματα είναι πρόσκαιρα και μάταια και ψευδή.

Ούτε εργασία, ούτε περιουσία, ούτε σχέσεις με πρόσωπα έχουν αξία. Τα πάντα χάνονται στο πέρασμα του χρόνου, «πάντα κόνις, πάντα τέφρα, πάντα σκιά» γράφει ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός στην Εξόδιο Ακολουθία.

Ο άνθρωπος πού πιστεύει στον Κύριο της Δόξης Χριστό και δέχεται την κλήση και πρόσκληση «δεύτε οπίσω μου» με την θέλησή του, θερμαίνεται από το ανέσπερο φως Του και ακολουθεί τον Χριστό και γίνεται απλός μαθητής Εκείνου, πού έγινε άνθρωπος δια να σώσει τον άνθρωπο και να τον οδηγήσει στην αιώνιο ζωή και βασιλεία.

Αγαπητοί μου αδελφοί,

Οι ψαράδες της Γαλιλαίας φωτισθέντες από την χάρη του Παναγίου Πνεύματος, την Αγίαν Ημέρα της Πεντηκοστής, με το παράδειγμά τους και την διδασκαλία τους, μας παρέχουν πολύτιμα διδάγματα και μας προτρέπουν με προθυμία κι εμείς να ακολουθήσουμε τον Κύριο και να γίνουμε μαθητές Του.

Ας μην αναβάλλουμε, προφασιζόμενοι προφάσεις εν αμαρτίαις, αλλά με προθυμία, με ζήλο, με αυταπάρνηση, ας ακολουθήσουμε Εκείνον που δανείστηκε και έλαβε την ανθρώπινη σάρκα δια να την θεώσει. Και Εκείνος, ο των όλων Κοσμήτωρ, κρούει την θύρα της ψυχής μας και μας καλεί και μας προσκαλεί να τον ακολουθήσουμε στον δρόμο δια την θέωσή μας.

Ας ακούσουμε, λοιπόν, την μεγάλη πρόσκλησή Του, και ας ανοίξουμε την ψυχή μας δια να εισέλθει ο Κύριος των κυριευόντων και Βασιλεύς των βασιλευόντων, με την θερμή παράκληση να μείνει μέχρι τέλους της ζωής μας.

Τότε και μόνον θα κερδίσουμε και εμείς την αιώνιο βασιλεία Του. ΑΜΗΝ.   Ο Λ.Κ.Α.Π.