«Θωμάς δε εις εκ των δώδεκα, ο λεγόμενος Δίδυμος, ουκ ήν μετʼ αυτών ότε ήλθεν ο Ιησούς» 

«ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ»

Στην σημερινή ευαγγελική περικοπή, ο Ευαγγελιστής ο επιστήθιος μαθητής του Κυρίου, Ιωάννης ο Θεολόγος, μας καταγράφει την παρουσία του Κυρίου Ιησού μετά την Αγία Αυτού εκ νεκρών Ανάσταση.

«Ούσης ούν οψίας τη ημέρα εκείνη τη μια των Σαββάτων και των θυρών κεκλεισμένων, όπου ήσαν οι μαθηταί συνηγμένοι δια τον φόβον των Ιουδαίων, ήλθεν ο Ιησούς και έστη εις το μέσον καί λέγει αυτοίς, ειρήνη υμίν».

Οι Μαθητές του Μεγάλου Διδασκάλου, από τα όσα γεγονότα διαδραματίστηκαν κατά την Αγία Εβδομάδα των Παθών του Κυρίου τους, κυριεύτηκαν από τον φόβο των Ιουδαίων και έκτοτε ήταν συγκεντρωμένοι σε κάποια οικία με κλειστές τις πόρτες.

Και να, δια τους μαθητές, το μέγα θαύμα, η μεγάλη έκπληξη: ο Αναστάς Κύριος εισέρχεται στην κλεισμένη οικία μετά την Αγία Ανάστασή Του να τους επισκεφτεί· έρχεται να τους δεί, έρχεται να τους ειρηνεύσει, έρχεται να τους φανερώσει το μέγα γεγονός της Ανάστασής Του, αλλά κυρίως έρχεται, να τους καταστήσει κήρυκες της Ανάστασής Του και να τους εμφυσήσει την χάρη του Παναγίου Πνεύματος. «Καθώς απέσταλκέ με ο Πατήρ, καγώ πέμπω υμάς, και τουτο ειπών ενεφύσησε και λέγει αυτοίς, λάβετε Πνεύμα άγιον, άν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τινών κρατήτε, κεκράτηνται».

Και τους λέγει «ειρήνη υμίν», μάλιστα για να πιστέψουν στην εκ νεκρών Ανάστασή Του, τους δείχνει τα χέρια του και την πλευρά Του, τα σύμβολα του πάθους Του, και εκείνοι χάρηκαν που είδαν το Κύριο.

Από την ευλογημένη αυτή επίσκεψη του Κυρίου Ιησού έλειπε ένας μαθητής ο Θωμάς: «Θωμάς είς εκ των δώδεκα, ο λεγόμενος Δίδυμος, ουκ ήν μετʼ αυτών ότε ήλθεν οι Ιησούς».

Βεβαίως, οι άλλοι μαθητές με μεγάλη χαρά και αγαλλίαση όταν ήλθε ο Θωμάς του είπαν για την μεγάλη επίσκεψη, αυτός όμως δεν πίστεψε στο μεγάλο τούτο γεγονός, αλλά είπε: «εάν δεν Τον δώ με τα μάτια μου και εάν δεν βάλω το δάκτυλό μου στα σημάδια από τα καρφιά, αλλά και στην λογχισμένη πλευρά Του, δεν θα πιστέψω». «Ο δε είπεν αυτοίς, εάν μη ιδώ εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων, και βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων και βάλω την χείραν μου εις την πλευράν αυτού, ου μή πιστεύσω».

Ο Θωμάς δεν ήταν εύπιστος, ήθελε για να πιστέψει να δεί αποδείξεις φανερές και κατάδηλες αυτού του μεγάλου γεγονότος της Ανάστασης του Θεανθρώπου Ιησού. Ήρθε, όμως, η ευλογημένη στιγμή που και ο άπιστος Θωμάς με τα μάτια του σώματός του αντικρίζει τον Μέγα διδάσκαλό του και φωνάζει με φωνή μεγάλη: «ο Κύριος μου και ο Θεός μου». Ο Θωμάς αναγνωρίζει τον Κύριο και Διδάσκαλό Του, αναγνωρίζει Εκείνον που κατά την αρχιερατική Του προσευχή στον κήπο της Γεθσημανής, την Μεγάλη Πέμπτη είπε το: «Πάτερ Άγιε, τήρησον αυτούς εν τω ονόματί σου, ους δέδωκάς μοι, ίνα ώσιν εν καθώς ημείς».

Ο Θωμάς αξιώθηκε να δεί, να ψηλαφίσει και να ακούσει από τον Κύριο και Θεό Του το: «Θωμά, φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε και ίδε τας χείρας μου και φέρε την χείρα σου και βάλε εις την πλευράν μου, και μη γίνουν άπιστος αλλά πιστός»· και χάριτι θεία αξιώθηκε και αυτός να γίνει μέτοχος της ειρήνης του Κυρίου Ιησού. Αυτής της ειρήνης, η οποία εν δυνάμει βρίσκεται στο μέγα μυστήριο της πίστης στον Εσταυρωμένο και Αναστάντα Ιησού, καλείται και ο άνθρωπος της κάθε εποχής να γίνει κοινωνός, εάν πραγματικά θέλει να επιτύχει την σωτηρία της ψυχής του και να αναφωνήσει ως ο Θωμάς «ο Κύριός μου και ο Θεός μου».

Η ειρήνη, «η πάντα νούν υπερέχουσα» κατά τον θείο Παύλο είναι διπλή, ειρήνη της διάνοιας και ειρήνη της καρδιάς. Η πρώτη παρέχεται με την πίστη και η δεύτερη με την υπακοή στον θείο νόμο, στο νόμο της χάριτος, της αληθείας και της τελειότητας.

Αυτή την ειρήνη ευαγγελίστηκε ο Κύριος, «ο Άρχων της ειρήνης, ο Πατήρ του μέλλοντος αιώνος», στους μαθητές Του και στον Θωμά και αυτή την ποθητή ειρήνη καλούμαστε, σήμερα εμείς οι χριστιανοί, να ζητήσουμε από τον Κύριο και Θεό μας. Έτσι, με την διπλή αυτή ειρήνη να ζήσουμε εδώ στην γή, ως παιδιά του Θεού Πατέρα μας, και να τύχουμε και της ουρανίου βασιλείας Του.

Δυστυχώς, πολλοί των χριστιανών δεν έχουμε την διπλή ειρήνη του Θεού στην ζωή μας και δεν προσπαθούμε να ειρηνεύουμε με τους εαυτούς μας και με τους αδελφούς μας, αλλά ταραζόμαστε, κλυδωνιζόμαστε, αμφιβάλλουμε, δυσπιστούμε ως ο Θωμάς. Πολλοί των χριστιανών, σήμερα, τυρβάζουμε περί πολλών πραγμάτων, τα οποία είναι πρόσκαιρα και μάταια, και το χειρότερο πέφτουμε σε πλάνες και πάθη, τα οποία πάντα ταύτα μας απομακρύνουν από τον Άρχοντα της ειρήνης.

Οι σημερινοί άνθρωποι δεν προσπαθούμε να πλησιάσουμε τον Κύριο της Δόξης Χριστό - διά να ακούσουμε και εμείς, οι του βίου ναυαγοί - ως ο Θωμάς το «ειρήνη υμίν» και να ζήσουμε τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής μας με ειρήνη και αγάπη Χριστού. Η πίστη μας πρέπει να είναι ακράδαντη ότι, όταν ο Χριστός βασιλεύει στις ψυχές μας θα ειρηνεύουμε σαν άτομα, σαν κοινωνίες, σαν έθνη, σαν λαοί και τότε θα βρούμε τον δρόμο της χάριτος, που οδηγεί στην σωτηρία της ψυχής μας, δια την οποία ο Χριστός έπαθε.

Η αγάπη προς τον πλησίον είναι η αληθινή εκδήλωση της ζώσης και ενεργούς πίστης, είναι το κατʼ εξοχήν γνώρισμα του χριστιανού, είναι το θεμέλιο της χριστιανικής κοινωνίας, είναι η ρίζα και πηγή κάθε αρετής. Της αγάπης όμως, το εύοσμο άνθος, ο εύχυμος και γλυκύτατος καρπός είναι η προς τους αδελφούς μας αγάπη χωρίς διάκριση, είναι η  ειρήνη, εκείνη η ειρήνη με την οποία ο Αναστάς Ιησού γέμισε τις καρδιές και τις διάνοιες των μαθητών Του.

Αγαπητοί μου αδελφοί,

Ως καταγράφει στην Πατριαρχική Απόδειξή Του ο Οικουμενικός Πατριάρχης μας, «η εμπειρία της αναστάσεως του Χριστού, της ταπεινωτικής νίκης της ζωής επί του θανάτου είναι ο πυρήν της πίστεως, της θείας λατρείας του έθνους και του πολιτισμού του χριστεπωνύμου Ορθοδόξου λαού του Θεού».

Ας πλημμυρίσει, λοιπόν και τις δικές μας ψυχές η εμπειρία του Αναστάντος Ιησού, και ας εισέλθει και στην δική μας - δυστυχώς ερμητικώς κλεισμένη - οικία από τα πάθη, τα μίση, τις κακίες, τις εχθρότητες ο  Αναστάς Κύριος.

Ας παρακαλέσουμε με δάκρυα μετανοίας τον Ζωοδότη Κύριο να εισέλθει και στον δικό μας αμαρτωλό οίκο και στην δική μας αμαρτωλή ψυχή, δια να ακούσουμε και εμείς, ως οι άγιοι απόστολοι, τα θεία και σωτήρια λόγια Του: «ειρήνη υμίν, ειρήνη δίδωμι υμίν».

Ας ζητήσουμε από τον Γλυκύ και Πράο Ιησού να ειρηνεύσει τις καρδιές και τις διάνοιές μας, και να μας φωτίσει από το ανέσπερο φως της ανάστασής Του, και έτσι φωτιζόμενοι να αναφωνήσουμε και εμείς ως ο Θωμάς: «ο Κύριός μου και ο Θεός μου».

Λοιπόν, ας μην αργοπορούμε ως ο Θωμάς και ας μη ζητούμε πειστήρια δια την παρουσία Του, αλλά με πίστη ακλόνητη, σταθερή και ζέουσα ας του ανοίξουμε την θύρα της ψυχής μας, να τον δεχθούμε τον Χριστό  δια να γίνουμε και εμείς μέτοχοι της θείας ειρήνης Του, της πλούσιας αγάπης Του, της μεγάλης ευσπλαγχνίας Του.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ , αδελφοί!

Ο Λ. Κ. Α. Π.