Η Εκκλησία μας, με τη σοφία της, τοποθετεί στην αρχή του χειμώνα ευαγγελικές περικοπές οι οποίες μιλούν για τον πλούτο, τη φτώχεια και την ευθύνη του ανθρώπου απέναντι στον συνάνθρωπο. Θέλει να μας θυμίσει πως ο χειμώνας είναι βαρύς, κυρίως για όσους στερούνται τα απαραίτητα: τους φτωχούς, τους άρρωστους, τους ανήμπορους και τους μοναχικούς. Μας καλεί να ζεστάνουμε με την αγάπη μας τις καρδιές τους και να κάνουμε πράξη το Ευαγγέλιο της ελεημοσύνης.
Η σημερινή παραβολή μάς δείχνει δύο αντίθετους ανθρώπους. Ο πλούσιος ζει μέσα στην πολυτέλεια, με καθημερινές απολαύσεις και εγωιστική αυτάρκεια. Δεν βλέπει πέρα από το τραπέζι του, δεν αντικρίζει τον φτωχό που πονά δίπλα του. Ο Λάζαρος, εξαντλημένος, γεμάτος πληγές, περιμένει να χορτάσει από τα ψίχουλα του πλουσίου και έχει για συντροφιά του μόνο τα σκυλιά. Ο πλούσιος δεν τον προσέχει. Ο Λάζαρος, όμως, υπομένει σιωπηλά με πίστη στον Θεό.
Και οι δύο πεθαίνουν, γιατί ο θάνατος δεν κάνει διακρίσεις. Ο Λάζαρος μεταφέρεται από τους Αγγέλους στους κόλπους του Αβραάμ, ενώ ο πλούσιος βρίσκεται σε τόπο οδύνης και τύψεων. Εκεί αντιλαμβάνεται το χάσμα που τον χωρίζει από τον Θεό και τον αδελφό του – ένα χάσμα που ο ίδιος έχτισε με τη σκληρότητα και την αδιαφορία του.
Αυτό το χάσμα δεν είναι μόνο μεταφυσικό· είναι βαθύτατα πνευματικό και κοινωνικό. Είναι η απόσταση που χωρίζει την καρδιά του ανθρώπου από την αγάπη. Όπως διδάσκει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «Δεν είναι ο πλούτος κακός, αλλά το να μην τον χρησιμοποιείς για τους φτωχούς· γιατί τα υπάρχοντά σου δεν είναι δικά σου μόνο, αλλά και εκείνων που έχουν ανάγκη». Και ο Μέγας Βασίλειος προσθέτει: «Το ψωμί που κρατάς είναι του πεινασμένου, το ρούχο που φυλάς είναι του γυμνού, το ασήμι που θάβεις είναι του φτωχού», αλλά και ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης μάς ελέγχει με αυστηρό λόγο: «Ποιό το όφελος αν δημιουργείς πολλούς φτωχούς με την εκμετάλλευση και κατόπιν ανακουφίζεις έναν με την ελεημοσύνη; Αν δεν υπήρχε το πλήθος των εκμεταλλευτών, δεν θα υπήρχε το πλήθος των εξαθλιωμένων».
Μας θυμίζει δηλαδή ότι η ελεημοσύνη δεν είναι μόνο ατομική πράξη καλωσύνης, αλλά και κοινωνική ευθύνη. Δεν αρκεί να προσφέρουμε κάτι περιστασιακά, αν την ίδια ώρα η ζωή μας, οι επιλογές μας ή οι αδικίες του κόσμου μας γεννούν νέα φτώχεια, νέα πείνα, νέα απόγνωση. Το χάσμα λοιπόν δεν είναι μόνο ανάμεσα σε δύο ανθρώπους – είναι ανάμεσα σε δύο τρόπους ζωής: στον εγωισμό και στην αγάπη, στην αυτάρκεια και στη δικαιοσύνη. Η παραβολή ειπώθηκε προς τους Φαρισαίους, που θεωρούσαν τον πλούτο τους σημείο θεϊκής εύνοιας και τη φτώχεια τιμωρία για τις αμαρτίες. Ο Χριστός ανατρέπει αυτή τη νοοτροπία: ο Θεός βλέπει την καρδιά, όχι την εξωτερική επιφάνεια. Δεν σώζει η δύναμη, αλλά η ταπείνωση· όχι η ευημερία, αλλά η αγάπη. Ο πλούσιος καταδικάστηκε όχι για τον πλούτο του, αλλά για την απροθυμία του να αγαπήσει. Ο Λάζαρος σώθηκε όχι για τη φτώχεια του, αλλά για την υπομονή και την εμπιστοσύνη του στον Θεό.
Αδελφοί μου, ο πλησίον μας δεν είναι ένα αφηρημένο κοινωνικό ζήτημα· είναι ο ίδιος ο Χριστός που περιμένει στη γωνιά του δρόμου, στο σπίτι του ασθενή, στο βλέμμα του πεινασμένου. Ας γεφυρώσουμε το χάσμα που υψώθηκε ανάμεσά μας με την ελεημοσύνη, τη δικαιοσύνη και την αγάπη. Γιατί ο παράδεισος και η κόλαση αρχίζουν από εδώ – μέσα στην καρδιά του καθενός μας. Αμήν. π.Παντ.Κρ.
Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως