Μετά την ένδοξο Ανάληψη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, η Εκκλησία μας εισέρχεται σε μία ιδιαίτερη πνευματική περίοδο αναμονής, προσευχής και προσδοκίας, η οποία κορυφώνεται κατά την εορτή της Πεντηκοστής. Η χρονική αυτή απόσταση μεταξύ της Αναλήψεως και της Πεντηκοστής αποτελεί μια βαθιά θεολογική και εκκλησιολογική περίοδο, η οποία φανερώνει την πνευματική προετοιμασία των αποστόλων, και κατ’ επέκταση ολόκληρης της Εκκλησίας, για την υποδοχή του Παναγίου Πνεύματος.
Η Ανάληψη του Χριστού στον Ουρανό, σαράντα ημέρες μετά την Ανάστασή Του, σφραγίζει τη Θεία Οικονομία της ενσάρκου παρουσίας Του στον κόσμο και σηματοδοτεί τη μετάβαση από την ορατή παρουσία του Χριστού στην εν Χριστώ πνευματική ζωή εν Αγίω Πνεύματι. Ο Χριστός ανεβαίνει στους Ουρανούς, όχι για να απομακρυνθεί από τον άνθρωπο, αλλά για να τον ενώσει με τον Πατέρα. «Εάν εγώ μη απέλθω, ο Παράκλητος ουκ ελεύσεται προς υμάς» (Ιω. 16,7) λέγει ο Κύριος στους μαθητές Του. Έτσι, η Ανάληψη γίνεται υπόσχεση για την έλευση του Παναγίου Πνεύματος.
Οι δέκα ημέρες οι οποίες ακολουθούν την Ανάληψη είναι ημέρες αναμονής, προσευχής και ενότητας. Οι μαθητές «ήσαν πάντες προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και τη δεήσει» (Πράξ. 1,14). Η Εκκλησία προτυπώνεται στο υπερώο των Ιεροσολύμων, ως κοινότητα προσδοκίας του Αγίου Πνεύματος. Η προσμονή αυτή δεν είναι παθητική, αλλά ενεργός και ζώσα, με νηστεία, προσευχή και ενότητα.
Η Πεντηκοστή αποτελεί το γεγονός της γεννήσεως της Εκκλησίας. Το Άγιο Πνεύμα, ο Τρίτος της Αγίας Τριάδος, καταβαίνει εν είδει πυρίνων γλωσσών και καθιστά τους μαθητές από φοβισμένους ψαράδες σε ακαταμάχητους κήρυκες της θείας αληθείας. Η γλωσσολαλία δεν είναι παρά σημείο της καθολικότητας του Ευαγγελίου: «Καθένας άκουγε στη δική του γλώσσα τα μεγαλεία του Θεού». Έτσι, η Πεντηκοστή είναι η κατάργηση του διχασμού της Βαβέλ και η επανένωση του ανθρωπίνου γένους εν Πνεύματι Αγίω.
Ο Κύριος, με την Ανάληψή Του, δεν εγκαταλείπει την Εκκλησία, αλλά την προετοιμάζει για την έλευση του Πνεύματος. Η σχέση αυτή μεταξύ Χριστού και Πνεύματος είναι άρρηκτη και ενιαία, φανερώνοντας την ενότητα της Αγίας Τριάδος και την αδιάσπαστη παρουσία Του στο σώμα της Εκκλησίας. Το Άγιο Πνεύμα, ως ο Παράκλητος, οδηγεί την Εκκλησία «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιω. 16,13), θεμελιώνοντας την ενότητα, την ορθόδοξη πίστη και τη λειτουργική ζωή.
Στο διάστημα αυτό, η Εκκλησία μάς καλεί να εμβαθύνουμε στο μυστήριο της θείας οικονομίας και να ζήσουμε εν μετανοία, προσευχή και πνευματική εγρήγορση. Η προσμονή της Πεντηκοστής είναι πρόσκληση για προσωπική πνευματική ανακαίνιση, για αναζήτηση της χάριτος του Αγίου Πνεύματος στη ζωή μας, για να ανανεωθεί και να ενδυναμωθεί η σχέση μας με τον Θεό και τον πλησίον.
Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος τονίζει ότι ο άνθρωπος πρέπει να επιθυμεί καθημερινά την Πεντηκοστή μέσα του, να γίνεται δεκτικός της Θείας Χάριτος και κοινωνός του Φωτός. Αυτή η εσωτερική Πεντηκοστή είναι η αληθινή πνευματική αναγέννηση και μεταμόρφωση του ανθρώπου.
Αγαπητοί αδελφοί,
Καθώς ζούμε αυτή την περίοδο ανάμεσα στην Ανάληψη και την Πεντηκοστή, οφείλουμε να στρέψουμε το βλέμμα μας και στην ιστορική διαδρομή της Εκκλησίας, η οποία καθοδηγούμενη από το Άγιο Πνεύμα προχώρησε μέσα στους αιώνες, διαφυλάσσοντας την πίστη και την ενότητα. Ιδιαιτέρως φέτος, το 2025, εορτάζουμε τα 1700 χρόνια από την σύγκληση της Α’ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια το 325 μ.Χ., ενός γεγονότος καίριας σημασίας για την ορθόδοξη πίστη και ζωή.
Η Α’ Οικουμενική Σύνοδος συγκλήθηκε υπό την αιγίδα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, και είχε ως σκοπό την αντιμετώπιση της αιρέσεως του Αρείου, ο οποίος αρνείτο τη θεότητα του Υιού. Οι Πατέρες της Συνόδου, φωτισμένοι από το Άγιο Πνεύμα, διατύπωσαν το πρώτο μέρος του Συμβόλου της Πίστεως, το οποίο αποτελεί έως σήμερα τον ακρογωνιαίο λίθο της ορθόδοξης θεολογίας και λειτουργικής πράξης. «Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα Παντοκράτορα… και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν, τον Υιόν του Θεού τον μονογενή… ομοούσιον τω Πατρί…». Η λέξη «ομοούσιος» κατέστη κεντρική στην διατύπωση της χριστολογικής αλήθειας. Δεν πρόκειται απλώς για ένα φιλολογικό όρο, αλλά για το ίδιο το θεμέλιο της πίστεώς μας, ότι ο Χριστός είναι αληθινός Θεός, όπως και ο Πατήρ.
Η Σύνοδος της Νικαίας αποτελεί πρότυπο εκκλησιαστικής ενότητας, συνοδικότητας και αγιοπνευματικής καθοδήγησης. Οι 318 Θεοφόροι Πατέρες που συμμετείχαν δεν εξέφρασαν απλώς την προσωπική τους γνώμη, αλλά την ενιαία φωνή της Εκκλησίας, ως σώμα του Χριστού εν Πνεύματι Αγίω. Το έργο τους παραμένει οδηγός και φάρος στην πορεία της Εκκλησίας διαμέσου των αιώνων.
Στο πρόσωπο αυτών των Αγίων Πατέρων βλέπουμε τη συνάντηση της θεολογικής σοφίας με την πνευματική εμπειρία, της ασκητικής ζωής με την ποιμαντική μέριμνα, της δογματικής καθαρότητας με την αγάπη για την Εκκλησία. Οι Πατέρες αυτοί είναι οι αληθινοί ποιμένες, που δεν υπολόγισαν ούτε κινδύνους, ούτε διωγμούς, αλλά αφιερώθηκαν στην προάσπιση της πίστεως, όχι με κοσμικά όπλα, αλλά με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος.
Οι Άγιοι Πατέρες δεν ήταν θεωρητικοί φιλόσοφοι ιδεολόγοι αλλά πραγματικοί Μάρτυρες της Αληθείας, εφ’ όσον όπως αναφέρουν οι ιστορικές πηγές παρουσιάστηκαν στην Σύνοδο με τα τραύματά τους από τους διωγμούς εμφανή. Σε άλλον έλειπε μάτι, σε άλλο χέρι, άλλος έφερε πληγές και άλλος εγκαύματα. Ήταν επίσης δοχεία καθαρά του Αγίου Πνεύματος αφού διήλθαν την κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση και θεοί επί της γης εκφράζοντας με βραχύ, λιτό και αψευδές ρήμα το μυστήριο του ομοούσιου της Αγίας Τριάδος. Μιλούσαν εμπειρικά εν Πνεύματι και όχι κατ’ επινόηση από το μυαλό τους. Γι’ αυτό και ήταν το ζωντανό στόμα του Χριστού και η παρουσία του Ευαγγελίου Του.
Στην κατακλείδα της περιόδου αυτής, η Εκκλησία τιμά τους Αγίους Πατέρες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου. Δεν είναι τυχαίο που η μνήμη τους εορτάζεται την Κυριακή μετά την Ανάληψη και πριν την Πεντηκοστή. Βρίσκονται ακριβώς στη «γέφυρα» αυτής της μεγάλης πνευματικής πορείας, διότι οι ίδιοι εφάρμοσαν την θεία εντολή της αναμονής, της υπακοής και της μαρτυρίας του Πνεύματος.
Ο ύμνος της εορτής λέγει:
«Τῶν ἁγίων Πατέρων ὁ χορός, ἐκ τῶν τῆς οἰκουμένης περάτων συνδραμών, Πατρός, καὶ Υἱοῦ, καὶ Πνεύματος ἁγίου, μίαν οὐσίαν ἐδογμάτισε καὶ φύσιν, καὶ τὸ μυστήριον τῆς θεολογίας, τρανῶς παρέδωκε τῇ Ἐκκλησίᾳ· οὓς εὐφημοῦντες ἐν πίστει, μακαρίσωμεν λέγοντες· Ὦ θεία παρεμβολή, θεηγόροι ὁπλῖται, παρατάξεως Κυρίου, ἀστέρες πολύφωτοι, τοῦ νοητοῦ στερεώματος, τῆς μυστικῆς Σιὼν οἱ ἀκαθαίρετοι πύργοι, τὰ μυρίπνοα ἄνθη τοῦ Παραδείσου, τὰ πάγχρυσα στόματα τοῦ Λόγου, Νικαίας τὸ καύχημα, οἰκουμένης ἀγλάϊσμα, ἐκτενῶς πρεσβεύσατε, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν».
Το εγκώμιο των Πατέρων είναι εγκώμιο της Εκκλησίας, είναι έκφραση ευγνωμοσύνης για την ακρίβεια της πίστεως που μας παρέδωσαν.
Αδελφοί,
Εορτάζοντας φέτος τα 1700 χρόνια από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο, καλούμαστε να επαναβεβαιώσουμε την πίστη μας στην Αγία Τριάδα, να ζήσουμε την πνευματική ανακαίνιση της Πεντηκοστής, και να σταθούμε με ζήλο και αφοσίωση στην αποστολή της Εκκλησίας στον σύγχρονο κόσμο. Όπως οι Πατέρες δεν δείλιασαν να ομολογήσουν Χριστόν Εσταυρωμένον και Αναστάντα, έτσι κι εμείς σήμερα να σταθούμε ακλόνητοι στην Ορθόδοξη Πίστη, με ταπείνωση, αγάπη και φώτιση του Παναγίου Πνεύματος.
Είθε η Χάρις του Αναληφθέντος Κυρίου και η δύναμη της Πεντηκοστής να πλημμυρίσει τις καρδιές όλων μας και να αναδείξει και στη δική μας εποχή σύγχρονους Πατέρες, θεολόγους και μάρτυρες της Αληθείας. Αμήν. π.Π.Κρ.
Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως
